φιαλοκαθαρτήρας

φιαλοκαθαρτήρας
ο
εργαλείο για τον καθαρισμό του εσωτερικού των φιαλών, των μπουκαλιών.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φιαλοκαθαρτήρας — ο, Ν εργαλείο ειδικό για τον εσωτερικό καθαρισμό τών φιαλών. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιάλη + καθαρτήρας «όργανο για καθαρισμό»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”